στενοχώρια, λύπη
ΘΛΙΨΗ |
Λέξη | Ενδειξη |
---|---|
ΘΛΙΨΗ | λύπη, οδύνη |
ΘΛΙΨΗ | λύπη |
ΣΤΕΝΟΧΩΡΙΑ | θλίψη, λύπη |
ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ | λύπη ή άγχος |
ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ | λύπη ή φόβος |
ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ | στέπα - Καζαχστάν, πάμπα - ? |
ΑΛΙΣΙΒΑ | σταχτόνερο |
ΘΛΙΨΗ |
Λέξη | Ενδειξη |
---|---|
ΘΛΙΨΗ | λύπη, οδύνη |
ΘΛΙΨΗ | λύπη |
ΣΤΕΝΟΧΩΡΙΑ | θλίψη, λύπη |
ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ | λύπη ή άγχος |
ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ | λύπη ή φόβος |
ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ | στέπα - Καζαχστάν, πάμπα - ? |
ΑΛΙΣΙΒΑ | σταχτόνερο |