σκόρδο ή κύμινο

ΚΑΡΥΚΕΥΜΑ
ΛέξηΕνδειξη
ΚΑΡΥΚΕΥΜΑκανέλα ή σκόρδο
ΚΑΡΥΚΕΥΜΑκόλιαντρος ή σκόρδο
ΚΑΡΥΚΕΥΜΑκάρδαμο ή κύμινο
ΚΑΡΥΚΕΥΜΑγλυκάνισος ή κύμινο
ΖΩΔΙΟΣκορπιός ή Ιχθύες
ΔΟΥΛΟΣσκλάβος