εναλλασσόμενο ή θαλάσσιο
ΡΕΥΜΑ |
Λέξη | Ενδειξη |
---|---|
ΟΡΚΑ | θαλάσσιο θηλαστικό |
ΣΤΕΡΝΑ | θαλάσσιο πουλί |
ΓΛΑΡΟΣ | θαλάσσιο πουλί |
ΜΑΝΑΤΟΣ | θαλάσσιο θηλαστικό |
ΔΕΛΦΙΝΙ | θαλάσσιο θηλαστικό |
ΦΑΛΑΙΝΑ | θαλάσσιο θηλαστικό |
ΚΟΛΥΜΒΗΣΗ | θαλάσσιο σπορ |
ΟΔΟΒΑΙΝΟΣ | θαλάσσιο θηλαστικό |
ΦΟΥΛΜΑΡΟΣ | θαλάσσιο πουλί |
ΑΛΜΠΑΤΡΟΣ | θαλάσσιο πουλί |
ΚΩΠΗΛΑΣΙΑ | θαλάσσιο σπορ |
ΚΥΜΑΤΟΔΡΟΜΙΑ | θαλάσσιο σπορ |
ΘΑΛΑΣΣΟΒΑΤΗΣ | θαλάσσιο πουλί |
ΥΔΑΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ | θαλάσσιο σπορ |
ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΣ | ένας από τους Ασιάτες |
ΨΗΦΙΟ | ένα ή μηδέν |