ατομικό άθλημα
ΓΚΟΛΦ |
Λέξη | Ενδειξη |
---|---|
ΣΚΙ | χειμερινό άθλημα |
ΠΟΛΟ | ομαδικό άθλημα |
ΠΑΛΗ | ολυμπιακό άθλημα |
ΡΑΓΚΜΠΙ | ομαδικό άθλημα |
ΤΖΟΥΝΤΟ | ολυμπιακό άθλημα |
ΚΕΡΛΙΝΓΚ | ομαδικό άθλημα |
ΠΥΓΜΑΧΙΑ | ολυμπιακό άθλημα |
ΠΟΔΗΛΑΣΙΑ | ολυμπιακό άθλημα |
ΑΚΡΟΒΑΣΙΑ | ολυμπιακό άθλημα |
ΤΟΞΟΒΟΛΙΑ | ολυμπιακό άθλημα |
ΜΠΕΙΖΜΠΟΛ | ομαδικό άθλημα |
ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗ | ολυμπιακό άθλημα |
ΠΑΓΟΔΡΟΜΙΑ | χειμερινό άθλημα |
ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ | ομαδικό άθλημα |
ΑΝΤΙΠΤΕΡΙΣΗ | ολυμπιακό άθλημα |
ΑΝΤΙΣΦΑΙΡΙΣΗ | άθλημα |
ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ | ομαδικό άθλημα |
ΧΕΙΡΟΣΦΑΙΡΙΣΗ | ομαδικό άθλημα |
ΚΑΛΑΘΟΣΦΑΙΡΙΣΗ | ομαδικό άθλημα |
ΣΚΕΙΤΜΠΟΡΝΤΙΝΓΚ | άθλημα |
ΔΥΣΤΥΧΗΜΑ | ατύχημα |
ΒΟΜΒΑ | ατομική ή βάθους |